Χωρίς ατζέντα:
Η Σίσσυ Μητσικώστα συνομιλεί με τον Γιάννη Λαδάκη
Δημοσίευση: Δεκέμβριος 2022
|
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΔΑΚΗΣ: Για να σπάσει ο πάγος, οι συστάσεις: Έχω σπουδάσει ηλεκτρολόγος μηχανικός και τώρα είμαι υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στον τομέα της Ιατρικής Πληροφορικής. Στα σημαντικά τώρα: Έχουν εκδοθεί πέντε έργα μου από το 2015 μέχρι και σήμερα, δύο εκ των οποίων ως αυτοεκδόσεις. Το τελευταίο μου έργο (όχι αυτοέκδοση) είναι ο Κήπος των Κάκτων, που εκδόθηκε πέρυσι τον Μάιο από τις εκδ. Άνω Τελεία και αποτελεί μια ποιητική σύνθεση. Ωστόσο είναι ένα έργο που είχε ολοκληρωθεί ήδη από το καλοκαίρι του 2016. Η διαδικασία της συγγραφής για μένα σημαίνει λύτρωση, εγρήγορση, ανάλυση, αισθητική, ισορροπία, ένταση. Απολαμβάνω τον ποιητικό λόγο, γι' αυτό και προσπαθώ ως πεζογράφος/μυθιστοριογράφος να τον εντάξω ως βασικό στοιχείο στα κείμενα μου, καθώς πιστεύω ότι προσδίδει αμεσότητα, λυρικότητα και δημιουργικά φάσματα που ξεκλειδώνουν τη δυναμικότητα του λόγου, κάτι που συνιστά και κύριο στόχο της γραφής μου.
ΣΙΣΣΥ (ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ) ΜΗΤΣΙΚΩΣΤΑ: Εγώ σπούδασα Επικοινωνία, Μέσα και Πολιτισμό με ειδίκευση στη Διαφήμιση και τις Δημόσιες Σχέσεις, και από το 2016 εργάζομαι ως κειμενογράφος στον τομέα της Διαφήμισης. Η σχέση μου με τη δημιουργική γραφή ξεκίνησε από τα παιδικά μου χρόνια, αρχικά με τη μορφή στίχων για τραγούδια και αργότερα -προς το τέλος της εφηβείας- μου εξελίχθηκε σε πρώιμο ποιητικό λόγο. Πρωτογνώρισα την ποίηση στα δεκάξι μου και ένιωσα μία ιδιαίτερη σύνδεση μαζί της· γοητεύτηκα από τις εικόνες που γεννά, από τα κρυφά νοήματα και το περίτεχνο «πλέξιμο» συναισθημάτων που αποτυπώνεται στους διαλεχτούς της στίχους. Το 2021 εκδόθηκε η πρώτη μου ποιητική συλλογή, τα Τέσσερα Παράθυρα, από την Άνω Τελεία, και τη μετρώ ως ένα από τα πολύ σημαντικά μου βήματα. Η διαδικασία της ποιητικής γραφής αποτελεί για μένα μία συναισθηματική διέξοδο, μια ευκαιρία να μετατρέπω τον κυκεώνα των σκέψεων σε μικρές (συχνά αυτοτελείς) ιστορίες από τις οποίες ωριμάζω και δυναμώνω. ΓΙΑΝΝΗΣ: Νομίζω ότι κάθε νέος καλλιτέχνης (εάν μπορώ να συμπεριληφθώ στους καλλιτέχνες) αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις που αφορούν κυρίως την επικοινωνία του έργου τους. Για την ακρίβεια, θεωρώ ότι το περιβάλλον στο οποίο ζούμε δεν είναι ακριβώς φιλικό απέναντι σ΄ αυτού του είδους την έκφραση. Πέρα από τη συνήθη κερδοσκοπική εκμετάλλευση του όποιου έργου ενός νέου καλλιτέχνη, που μάλλον παρατηρείται σε όλες τις τέχνες, είναι και λίγο πιο δύσκολο να βρεθούν δίοδοι επικοινωνίας λόγω του ίδιου του αντικειμένου. Ο σύγχρονος κόσμος (κατά τη γνώμη μου κι ο παλιός) δεν διαβάζει ιδιαίτερα πολύ, πόσο μάλλον όντας πνιγμένος στις εξωτερικές καταπιέσεις της καθημερινότητας. Αν λοιπόν λείπει το κίνητρο ή το όραμα από έναν καλλιτέχνη, θεωρώ ότι δύσκολα θα επιβιώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον - και φυσικά είναι κάτι που αποτυπώνεται και στο έργο του. Υπό μία έννοια μάλιστα, το κίνητρο (ή όραμα) θα μπορούσε να ταυτιστεί με τη ραχοκοκαλιά της όποιας του φιλοδοξίας. Ποια είναι η φιλοδοξία της Σίσσυς ή Αναστασίας; Τι είναι αυτό που αιμοδοτεί τη γραφή της; ΣΙΣΣΥ: Αντιλαμβάνομαι πολύ καλά αυτό που περιγράφεις για το περιβάλλον στο οποίο γαλουχούμαστε τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, αναποδογυρίζοντας το κέρμα, βλέπω ότι τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα άτομα της γενιάς μας νιώθουν τη γραφή ως μια μορφή προσωπικής έκφρασης. Την έχουν απενοχοποιήσει και παίρνουν θάρρος να εκδώσουν έργα τους - ακόμα και με το κόστος της αυτοέκδοσης, πράγμα που απαιτεί ακόμα περισσότερη ενέργεια, χρόνο, ίσως και χρήμα (δεν είμαι σε θέση να το προσδιορίσω γιατί δεν το έχω κάνει, τουλάχιστον όχι ακόμα). Και το θέμα της ανάγνωσης έχει αλλάξει τώρα τελευταία: Νιώθω ότι διαβάζουμε περισσότερο, σαν να θέλουμε να εκδικηθούμε τις οθόνες που κρατάνε τα μάτια μας τόσες ώρες καθηλωμένα στην ίδια πληροφορία και μας στερούν αληθινές εικόνες, που με τη σειρά τους θα αποτελούσαν ίσως και πηγή έμπνευσης. Εμένα, ας πούμε, όλη αυτή η απενοχοποίηση της προσωπικής γραφής μου έδωσε θάρρος να τολμήσω να επικοινωνήσω γεγραμμένα μου και να κάνω ένα βήμα από το οποίο δεν είχα και μεγάλες προσδοκίες (όπως ίσως θα είχε ένας συγγραφέας του παρελθόντος που θα ένιωθε ότι πρέπει σώνει και καλά να πετύχει, αλλιώς θα ήταν κάπως ντροπή να εκδώσει κάτι), οπότε είμαι γεμάτη ούτως ή άλλως... Νομίζω πως με τα παραπάνω κάπως απαντήθηκε και το ερώτημα, αλλά ας γίνω πιο συγκεκριμένη: Φιλοδοξία μου είναι να συνεχίσω να αδειάζω και να γεμίζω από τη γραφή μου, να με εμπνέουν τα πιο μικρά και ουσιαστικά πράγματα και να βρίσκουν έστω και ένα μικρό αντίκρυσμα από την ανάγνωση εκ μέρους όσων δεν με γνωρίζουν. Να νιώθει πότε-πότε κάποιος ότι πυροδοτείται ένα του συναίσθημα από αυτό που διαβάζει. Όποτε ακούω ότι συμβαίνει, παίρνω θάρρος - όχι πολύ, όσο χρειάζεται μόνο για να μη μένω αδρανής... Γυρνώντας πάντως νοερά τον χρόνο πίσω μερικούς μήνες, αναγνωρίζω ότι η αγωνία ήταν μεγάλη. Και ο φόβος της αποδοχής/υποδοχής του περίγυρού μου, και εννοείται του ευρύτερου κοινού επίσης. Εσένα τι σε προβλημάτιζε περισσότερο πριν από κάθε έκδοση, ξεκινώντας από την πρώτη σου; Περί αλληλεπίδρασης των τεχνών, έρωτος και άλλων δαιμονίων
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ιδιαίτερα στην πρώτη μου έκδοση, με προβλημάτιζε το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι μπορεί να αντιμετώπιζαν το συγκεκριμένο εγχείρημα ως γραφικότητα. Χρειάστηκε πολλή πίεση από τους γονείς μου (και υποστήριξη) και η ευτυχής συγκυρία της επιτυχίας σε έναν πανελλήνιο διαγωνισμό νουβέλας για να δώσω το πράσινο φως. Αυτό όμως που πάντα με ανησυχεί είναι η -πολύ υψηλή- πιθανότητα αυτό που εκδίδω να πάει χαράμι, να μη διαβαστεί, να σκορπιστεί μονάχα ανάμεσα σε ανθρώπους που με αγαπάνε, με στηρίζουν κι ίσως με πιστεύουν. Αυτό δεν ταιριάζει καθόλου στις φιλοδοξίες μου και πάντα βρίσκεται εκεί ως αγωνία για να καψαλίζει το μέσα μου, συν τω ότι συχνά νιώθω πως παίζω ρόλο γελωτοποιού στη διαδικασία (σχεδόν αιματηρή προσπάθεια) προώθησης του όποιου έργου μου... Η επικοινωνία του έργου είναι κάτι που με προβληματίζει και με δυσκολεύει επίσης. Κι επειδή εγώ δεν είμαι τόσο αισιόδοξος όσο εσύ, δηλαδή δεν πιστεύω ότι έχουν αλλάξει οι αναγνωστικές μας συνήθειες, αν και συμφωνώ ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ανακαλύψει στη διαδικασία της γραφής κάτι λυτρωτικό (χωρίς, για μένα, να καθιστά εκδόσιμα τα έργα τους για πολλούς λόγους), είχα από πολύ νωρίς την τάση να σκέφτομαι πώς να επικοινωνήσω ό,τι έχω δημιουργήσει μέσω άλλων τεχνών. Έτσι, πριν δύο χρόνια έκανα μια προσπάθεια συνεργασίας με τη φωτογράφο Εβίτα Καγιά και καταφέραμε να (αυτο)εκδώσουμε ένα μικρό τεύχος με ποίηση και φωτογραφίες. Έμαθα μάλιστα ότι αυτό το τεύχος ήταν η αφορμή για την παρουσίαση μιας performance, ενώ είχα ενημερωθεί παλιά ότι ένα απ' τα ποιήματα θα μελοποιηθεί από μία μπάντα. Πρόσφατα ξεκινήσαμε μια προσπάθεια σε συνεργασία με τον ηθοποιό Στέφανο Μανουσαρίδη και τη χορογράφο Ελένη Γουγουτσά για την παρουσίαση ενός διηγήματός μου σε θεατρική μορφή, κι αυτό οδήγησε στην ίδρυση μιας θεατρικής ομάδας που πλέον αριθμεί επτά άτομα. Η αλήθεια είναι ότι βρίσκομαι σε μια φάση που δεν θεωρώ ότι γράφω για να λυτρώσω τον εαυτό μου ή για να δώσω μορφή σε διάφορα που με απασχολούν ή και σκέφτομαι. Επειδή θεωρώ ότι αυτά που γράφω είναι αποτέλεσμα μιας μακράς κι επίπονης διαδικασίας περισυλλογής, αναγνώσεων, αναζήτησης νέων τρόπων παρουσίασης μιας ιστορίας ή ακόμα και μιας πρότασης, μου έχει γίνει λίγο εμμονή το πώς θα καταφέρω τελικά να επικοινωνήσω αυτό που κάνω με τον κόσμο. Όχι αναγκαστικά για να φανώ εγώ ως κάτι, αλλά γιατί νιώθω υποχρεωμένος να προστατεύσω δημιουργήματα που μου φαίνονται αξιόλογα. Εσύ έχεις έρθει ποτέ σε επαφή με άλλες τέχνες; Πώς σου φαίνεται η διαδικασία επικοινωνίας μεταξύ των τεχνών;
ΣΙΣΣΥ: Αυτές οι ωραίες συμπράξεις που αναφέρεις, είναι για μένα η μαγεία που προκύπτει μέσα από τον κόσμο των τεχνών. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα από την αλληλεπίδραση. Ένα ποίημα που γίνεται βιντεοποίηση, ένα τραγούδι που ντύνει τη σκηνή μιας ταινίας, ένα θεατρικό έργο που ζωντανεύει ένα μυθιστόρημα ή ένα διήγημα. Τα έργα μας έχουν έτσι ευκαιρίες να αναγεννώνται, να φτάνουν σε διαφορετικά κοινά, να δοκιμάζονται, και αυτό το βρίσκω εξαιρετικά γοητευτικό. Και κατά κάποιον τρόπο θεωρώ ότι είναι αναπόφευκτη η επικοινωνία των διάφορων ειδών τέχνης μεταξύ τους. Το ένα είδος εμπνέει κι εξελίσσει το άλλο. Εγώ από πολύ μικρή είχα μέσα μου το μικρόβιο της μουσικής - είχα πάντα μελωδίες στα αυτιά μου, τις οποίες έντυνα δειλά με στίχους. Η μουσική είχε ανέκαθεν κυρίαρχο ρόλο στην ιδιοσυγκρασία μου. Πριν δύο χρόνια έμαθα και για ένα νέο είδος τέχνης, τη βιντεοποίηση, μέσω ενός διαγωνισμού όπου με προέτρεψε ένας φίλος να συμμετάσχω. Ήταν το Διεθνές Φεστιβάλ Βιντεοποίησης από το Ινστιτούτο Πειραματικών Τεχνών, το οποίο καλούσε νέους ποιητές και σκηνοθέτες να φτιάξουν μαζί ένα πρότζεκτ αποτελούμενο από ποίημα, μουσική και κινούμενη εικόνα. Έβγαλα από το συρτάρι ένα ποίημα και πρότεινα σε έναν πολύ ταλαντούχο πρώην συνάδελφό μου να κατέβουμε μαζί στον διαγωνισμό, κάνοντάς μου την τιμή να αναλάβει το κομμάτι του βίντεο. Αν και το δεύτερο μεγάλο lockdown ματαίωσε τα σχέδιά μας για επιπλέον εξωτερικά γυρίσματα, καταφέραμε μέσω βιντεοκλήσεων (άλλη ευχή και κατάρα της εποχής μας) και μέσω footage υλικού να φτιάξουμε κάτι αρκετά αξιόλογο και να το στείλουμε. Τελικά επιλέχθηκε να εκπροσωπήσει την χώρα μας, ενώ φέτος επιλέχθηκε να ταξιδέψει και μέχρι το Διεθνές Φεστιβάλ Βιντεοποίησης της Βαϊμάρης... Αλλά επειδή ξεκίνησα να μιλάω για μουσική, αυτή η συνθήκη μου έδωσε την ευκαιρία να επιλέξω και το soundtrack που θα ντύσει το ποίημα μου (τίτλος "Ν' ακούς", συμπεριλαμβάνεται στην ποιητική μου συλλογή) και αυτό ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία. Οι GravitySays_I, ένα ελληνικό συγκρότημα που θαυμάζω απεριόριστα, μου έκαναν τότε την τιμή να μου δώσουν την άδεια να χρησιμοποιήσω το τραγούδι τους Finger of Blame, το οποίο έδωσε τρομερή ένταση και συναίσθημα στο βίντεο. Κάπου εδώ να σημειώσω ότι ο δημιουργός του βίντεο είναι ο Θάνος NSsonic... Αλήθεια, πες μου λίγο τη γνώμη σου για την τέχνη και τον έρωτα. Εμένα ο έρωτας είναι ο πυρήνας της γραφής μου, οπότε θα 'θελα να δω πώς το βλέπει και ένας άλλος συγγραφέας της γενιάς μου. Βρίσκεις σύνδεση; Βρίσκει έδαφος ο έρωτας στο χαρτί σου ή αρχίζει και τελειώνει στα προσωπικά σου; ΓΙΑΝΝΗΣ: Για μένα ο έρωτας είναι ο πυρήνας όλης της ζωής, της ύπαρξης. Αν λείπει αυτός, λείπει το οποιοδήποτε νόημα - οι ψευδαισθήσεις μας απογυμνώνονται, η ζωή εκφυλίζεται σε ροϊκή διαδικασία χωρίς κάποια μαγεία. Ίσως να ορίζω τον καλλιτέχνη ως έναν άνθρωπο που είναι σε θέση να συντονιστεί με τα σκόρπια ενεργειακά σημάδια του έρωτα σε οποιαδήποτε μορφή του και παλεύει να τους δώσει κάποια μορφή μέσω του έργου του. Για το καταστήσω πιο σαφές, στη δική μου αντίληψη ο έρωτας λαμβάνει μια γενικευμένη, υπαρξιακή μορφή - και, ως τέτοια, διαπνέει και οποιοδήποτε δημιούργημα μου. Αλλά και ο έρωτας με την έννοια της μαγιάς που θεριεύει τα συναισθήματα δύο ανθρώπων με εμπνέει. Συνηθίζω να εμπνέομαι από την ομορφιά και ο έρωτας μεταξύ ανθρώπων ταυτίζεται με την απόλυτη ομορφιά για μένα. Έχω γράψει μόνο μία ποιητική συλλογή με καθαρά ερωτικό (και προσωπικό) χαρακτήρα. Σ’ όλα τα υπόλοιπα γραπτά μου ο έρωτας, αυτός ο γενικευμένος και συχνά απλησίαστος θεός, απλώς θέτει τα θεμέλια - ίσως να επιχρυσώνει λίγο και τις λέξεις. Δεν είναι παρά η κινητήριος δύναμή μου και ομολογώ ότι αν φοβάμαι κάτι στη ζωή μου, είναι ότι κάποια στιγμή θα χαθεί ή θα αλλοιωθεί σημαντικά. Και τότε θα είμαι πραγματικά μόνος... Παρεμπιπτόντως, νομίζω ότι στον συγχυσμένο μας κόσμο συχνά συγχέεται ο έρωτας με αγοραίες χαζορομαντικές απεικονίσεις του στην τέχνη της καταναλωτικής κοινωνίας. Αυτό δεν πρέπει να απωθεί τον καλλιτέχνη ούτε από τον έρωτα ούτε από τον ρομαντισμό. Στο κάτω-κάτω, ο έρωτας είναι απλά ομορφιά, ενώ ο ρομαντισμός είναι η αδυναμία του καλλιτέχνη να μην οραματίζεται ένα όμορφο (ερωτευμένο) μέλλον για όλους τους ανθρώπους. Για σένα τι είναι ο ρομαντισμός; Έχεις κάποιο ερωτικό ποίημα -δικό σου- που θα ήθελες να μοιραστείς; Για να επιδείξεις και τον τρόπο που τρυπώνει ο έρωτας στη γραφή σου! ΣΙΣΣΥ: Η παραδοχή του έρωτα και η ενσωμάτωση των συναισθημάτων (αλλά και των τραυμάτων που μας γεννά, γιατί ποτέ δεν μας διαπερνά αθόρυβα) στη γραφή του σήμερα, είναι για μένα δύναμη. Αντίθετα, αδυναμία κατ’ εμέ συνιστά η υποτίμησή του, όπως αντίστροφα και η εξιδανίκευσή του. Με τη δεύτερη, δε, κινδυνεύουμε να εξαφανίσουμε τον εαυτό μας τόσο από τη γραφή, όσο και από κάθε τι που κάνουμε στην καθημερινή ζωή πέρα από αυτή. Τον ρομαντισμό, πολύ πεζά και αφελώς ίσως, θα τον χαρακτήριζα ως ένα φίλτρο μέσα από το οποίο ωραιοποιούμε τις λέξεις και γλυκαίνουμε επιφανειακά τις σκληρές πτυχές του εαυτού μας αλλά και του κόσμου στον οποίο τριγυρνάμε. Τα ποιήματά μου μέχρι στιγμής είναι ως επί το πλείστον ερωτικά και η αλήθεια είναι πως συχνά επιτρέπω στον έρωτα να με ισοπεδώσει, ώστε να αποτυπωθεί στο χαρτί μου σχεδόν χαράσσοντας. Θα διάλεγα ως ενδεικτικά δύο ποιήματά μου από τα Τέσσερα Παράθυρα που το επιβεβαιώνουν, τα «Δυο Είδη» και την «Άφιξη στο Συνειδητό». Για λόγους οικονομίας χώρου (αλλά όχι συναισθημάτων) θα περιοριστώ στο πρώτο: Ο κόσμος αυτός/ φτιάχτηκε για δύο είδη ανθρώπων./ Αυτών που πάντα θα πληγώνουν/ κι εκείνων που αιώνια θα πληγώνονται./ Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο/ περπατάνε κι ανασαίνουνε/ κι αυτοί κι εκείνοι./ Βαδίζουνε στους ίδιους δρόμους/ και αγκαλιάζουνε το ίδιο./ Ποια αγκαλιά μένει εντέλει άδεια/ παραμένει μυστήριο./ Έτσι υπάρχουνε στον κόσμο αυτόν/ τα δύο είδη ανθρώπων./ Αυτών που αγκαλιάζονται/ για να αδειάσουν/ κι εκείνων που αγκαλιάζουν/ για χάρη ενός απύθμενου κενού. Λογοτεχνία που κοιτάζει προς τα μέσα ή προς τα έξω;
ΣΙΣΣΥ (συνέχεια): Είναι πάντως φορές που με μαλώνω για το ότι το ερωτικό στοιχείο κατέχει τόσο κυρίαρχο ρόλο στην γραφή μου και ίσως δεν με αφήνει να ανοιχτώ προς άλλες κατευθύνσεις θεματολογικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν με απασχολούν άλλα πράγματα. Για παράδειγμα, αυτή τη χρονιά που διανύσαμε με έχουν επηρεάσει βαθιά συνθήκες όπως ο πόλεμος, οι διάφορες πτυχές της πανδημίας (όχι μόνο σε επίπεδο υγείας, αλλά κυρίως σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο), οι διάφορες πρακτικές, αποφάσεις και θέσεις όσων κυβερνούν αυτή τη χώρα (κάπου εδώ να σημειώσω ότι έχω καταγωγή από τη Λίμνη Ευβοίας, ένα απ' τα χωριά που πέρυσι επλήγησαν από την πιο καταστροφική πυρκαγιά των τελευταίων δεκαετιών). Βράζουν μέσα μου πολλά συναισθήματα που πιέζουν για εξωτερίκευση με όχημα την πένα μου, και τον τελευταίο καιρό προσπαθώ να δώσω απάντηση στο ερώτημα αν κάθε δημιουργός, τη στιγμή που επιλέγει να ξεκινήσει να βγάζει στο φως τα γραφτά του, αυτόματα επωμίζεται και το καθήκον να μιλήσει και για ό,τι συμβαίνει γύρω του σε πολιτικό επίπεδο. Να τοποθετηθεί, θέλω να πω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να το αποφύγει, με την έννοια ότι κάθε μας κίνηση και πράξη εντός του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι αποτελεί στην ουσία πολιτική δήλωση. Πόσο μάλλον ενός ανθρώπου που τον διαβάζουν ή τον ακούν ή βάλε ό,τι άλλο ρήμα θέλεις. Προσωπικά, επειδή εξαρχής ξεκίνησα να γράφω για ζητήματα που ταλανίζουν διαχρονικά τους ανθρώπους, λαμβάνοντας αφορμή από περιστατικά/γεγονότα/συμβάντα της καθημερινότητας, είμαι σαφώς υπέρ αυτού που λένε στρατευμένη τέχνη - με την έννοια της κριτικής τέχνης, της τέχνης που αφορμάται από την πραγματικότητα κι επιστρέφει τελικά σ’ αυτήν, προσπαθώντας βεβαίως πάντα να μην περνώ τις λεπτές γραμμές που χωρίζουν αυτού του είδους την τέχνη με την πώρωση, την τύφλωση και τον φανατισμό. Η τέχνη για την τέχνη, η τέχνη για την έκφραση, η «τέχνη για την καύλα», όλα αυτά μπορούν να χωρέσουν στο είδος τέχνης που προσπαθώ να υπηρετήσω, αλλά ως ξεχωριστές ολότητες δεν μπορώ να τις αντιληφθώ - και δεν με ενδιαφέρουν, είναι προεκτάσεις ενός αστικού πολιτισμού που εγώ δεν επιθυμώ να σιγοντάρω. Απ' την άλλη, δεν είμαι ούτε υπέρ της σαφούς και ευθείας τοποθέτησης με την τυπική έννοια του όρου. Ο καλλιτέχνης παράγει έργο, όχι προπαγανδιστικό υλικό. Ούτε πρέπει να αξιοποιεί τα έργα του ως μέσον έκφρασης αφιλτράριστων προσωπικών απόψεων. Το να μιλάς για όσα συμβαίνουν στην πραγματικότητα του μέσου ανθρώπου (και γενικότερα) απαιτεί σίγουρα έναν καλό βαθμό σοβαρότητας και συνέπειας... Αλλά για να επανέλθω στην ουσία του ερωτήματός σου, πώς μπορεί ένας δημιουργός να μένει αδιάφορος απέναντι στην αδικία, την ανισότητα, την καταπάτηση δικαιωμάτων, τους πολέμους, τον πόνο, τις ακραίες πρακτικές με τις οποίες επιχειρηματικοί κολοσσοί (και μη) προσπαθούν να προωθήσουν τα συμφέροντα τους, την ξεκάθαρη υποκρισία στην οποία είναι εμποτισμένο όλο το εξουσιαστικό σύστημα; Παρατηρείς ένα κοινό στοιχείο μεταξύ τους; Είναι το παράλογο. Επομένως, σε κάποιον βαθμό και για κάποιες αισθητικές προσεγγίσεις, η κριτική ή στρατευμένη τέχνη είναι τέχνη απεικόνισης του παραλόγου. Αλλά εγώ θα προσθέσω ένα ακόμα κοινό στοιχείο: την ασχήμια. Αν ένας δημιουργός εμπνέεται από την ομορφιά (ή, κάτι που ισχύει για πολλούς, από την επιθυμία για ομορφιά), δεν μπορεί παρά να εξοργίζεται με τα άφθονα παραδείγματα ασχήμιας με τα οποία μας τροφοδοτεί καθημερινά η... γλυκιά μας κοινωνία. Ένα από αυτά είναι οι γυναικοκτονίες, οι βιασμοί, οι παρενοχλήσεις, κάτι που σε ωθεί (αλίμονο!) να αναρωτιέσαι γενικά για τη θέση της γυναίκας σε μια πατριαρχική καπιταλιστική κοινωνία. Θα με ενδιέφερε πάρα πολύ η γνώμη σου επί του θέματος - και πώς σε φαντάζεσαι να το προσεγγίζεις μέσω της τέχνης σου, αν δεν το έχεις ήδη κάνει. ΣΙΣΣΥ: Όλες αυτές οι καταστάσεις (γυναικοκτονίες, βιασμοί, παρενοχλήσεις, σεξισμός στο εργασιακό και μη περιβάλλον) που έχουν τον τελευταίο καιρό τους προβολείς στραμμένους πάνω τους, μου προκαλούν θυμό και συνεχή φόβο - και, κατά συνέπεια, αγανάκτηση για τον φόβο που με αναγκάζουν να νιώθω. Τουλάχιστον, ίσως τώρα τα αυτιά που ακούνε να είναι περισσότερα από αυτά που κλείνουν. Όμως αν κάτι με απογοητεύει περισσότερο, είναι η ειρωνική αντιμετώπιση των θεμάτων αυτών από ορισμένους ανθρώπους που θεωρούν πως όλοι υπερβάλλουν, πως κάνουν κάτι τόσο σοβαρό «μόδα». Ξέρεις, υπάρχει ένα πολύ απλό και καθημερινό παράδειγμα για να καταλάβουμε την αθλιότητα: Εγώ -όπως και κάθε κοπέλα εκεί έξω- ξυπνάω το πρωί, ανοίγω την ντουλάπα μου και σκέφτομαι τι με παίρνει να φορέσω ανάλογα με τις διαδρομές που θα κάνω στη μέρα μου, ανάλογα με τους δρόμους στους οποίους πρόκειται να περπατήσω και ανάλογα με τη φωτεινότητα που θα έχουν. Μέσα σε λίγα λεπτά θα πρέπει να αποφασίσω ποιο σχέδιο ρούχου και ποιο ύφασμα είναι φτιαγμένο έτσι ώστε να μη με εκθέτει σε κίνδυνο. Και δεν ντύνεται με καμία υπερβολή η τοποθέτησή μου! Όσον αφορά τα ποιήματά μου, πάντως, μέχρι στιγμής έχω γράψει για τις κακοποιητικές σχέσεις (δεν έχει ακόμα εκδοθεί, μόνο δημοσιευτεί σε ηλεκτρονική μορφή πριν κάποιους μήνες με τίτλο «Τελειωμένοι Αναπτήρες»). Αφορμή ήταν ένα προσωπικό βίωμα που έχει εγγραφεί μέσα μου ως τραύμα και που με έμαθε με τον πιο σκληρό τρόπο να πάψω να νερώνω το κρασί μου τόσο ώστε να εξαφανίζεται και η παραμικρή τανίνη. Άργησα πολύ να μιλήσω για όλα αυτά, αλλά κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι δεν είναι ούτε ντροπή, ούτε αδυναμία. Είναι αυτό το αίσθημα της ευθύνης στο οποίο αναφέρθηκα πιο πριν. Εκεί έξω υπάρχει πολύς κόσμος που έχει παρόμοια βιώματα και αν έστω κι ένα άτομο προβληματιστεί ή ταυτιστεί διαβάζοντας μια αντίστοιχη τραυματική εμπειρία μέσα από μερικούς στίχους, είναι κάτι (τουλάχιστον έτσι το βλέπω εγώ). Δεν θα αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά δεν μπορούμε να κοιτάζουμε πάντα απ’ την άλλη όταν συμβαίνουν οι συμφορές. Και για μας το κάνουμε, είναι λύτρωση και δυνάμωμα μαζί. Προσωπικά, όσο περνάει απ' το χέρι μου, η πένα μου θα ξορκίζει το κακό, τα σκοτάδια και το άδικο, θα προσπαθεί να κάνει τον φόβο κάτι χειροπιαστό που κουμαντάρεται και θα ήθελα μια μέρα να συναντηθεί και με άλλες πένες της γενιάς μου για να δημιουργηθεί κάτι απρόσμενο και δυναμικό. Εσύ πώς οραματίζεσαι το συγγραφικό σου αύριο; ΓΙΑΝΝΗΣ: Ιδανικά, θα ήθελα η γραφή μου να συμβάλλει κατά το δυνατόν στην αποκάλυψη και την απογύμνωση του παραλόγου, της αδικίας, της ανισότητας κι όλων αυτών των «ωραίων», αναδεικνύοντας παράλληλα όλα τα όμορφα στοιχεία που συνθέτουν -ή θα μπορούσαν να συνθέτουν- τις ζωές μας. Επίσης, ιδανικά οραματίζομαι (τι άλλο από στυγνή ιδανικότητα είναι το όραμα;) ότι κάποια στιγμή τα έργα μου θα συμμετάσχουν στη συνεχή προσπάθεια του ανθρώπου να βρει μια θέση ισορροπίας στην ύπαρξη, προσθέτοντας μία επιπλέον δυναμική οπτική στο χώρο της λογοτεχνίας... Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω γι’ αυτή τη συζήτηση, ήταν πραγματικά πάρα πολύ ενδιαφέρουσα, κυρίως επειδή ένιωσα ότι ήταν ειλικρινής και μας έδωσε την ευκαιρία να ανοίξουμε μικρά παραθυράκια της ψυχής μας. Κι αυτό μου φαίνεται ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία μιας όμορφης συζήτησης. Σ’ ευχαριστώ πολύ. ΣΙΣΣΥ: Είναι εντελώς αμοιβαίες οι εντυπώσεις μας. Ήταν μεγάλο δώρο αυτή η ανταλλαγή απόψεων, το εξαιρετικά ενδιαφέρον διανοητικό πινγκ-πονγκ και η ευκαιρία να μιλήσουμε για όσα μας ενθουσιάζουν, για θέματα που μας προβληματίζουν και για ό,τι μας συνδέει μέχρι στιγμής με την τέχνη. Σε ευχαριστώ κι εγώ από καρδιάς και εύχομαι να συναντηθούν ξανά οι δημιουργικοί μας δρόμοι. Σε αποχαιρετώ με άλλη μια ευχή για εκπλήρωση μικρών ή μεγάλων ονείρων και για γερά φτερά στην πένα σου. |